Ιερό της Πολιάδος Αθηνάς

Παυσανίου Ἑλλάδος Περιήγησις
1. Ἀττικά

27.[1] κεῖται δὲ ἐν τῷ ναῷ τῆς Πολιάδος Ἑρμῆς ξύλου, Κέκροπος εἶναι λεγόμενον ἀνάθημα, ὑπὸ κλάδων μυρσίνης οὐ σύνοπτον. ἀναθήματα δὲ ὁπόσα ἄξια λόγου, τῶν μὲν ἀρχαίων δίφρος ὀκλαδίας ἐστὶ Δαιδάλου ποίημα, λάφυρα δὲ ἀπὸ Μήδων Μασιστίου θώραξ, ὃς εἶχεν ἐν Πλαταιαῖς τὴν ἡγεμονίαν τῆς ἵππου, καὶ ἀκινάκης Μαρδονίου λεγόμενος εἶναι. Μασίστιον μὲν δὴ τελευτήσαντα ὑπὸ τῶν Ἀθηναίων οἶδα ἱππέων· Μαρδονίου δὲ μαχεσαμένου Λακεδαιμονίοις ἐναντία καὶ ὑπὸ ἀνδρὸς Σπαρτιάτου πεσόντος οὐδ᾽ ἂν ὑπεδέξαντο ἀρχὴν οὐδὲ ἴσως Ἀθηναίοις παρῆκαν φέρεσθαι Λακεδαιμόνιοι τὸν ἀκινάκην. [2] περὶ δὲ τῆς ἐλαίας οὐδὲν ἔχουσιν ἄλλο εἰπεῖν ἢ τῇ θεῷ μαρτύριον γενέσθαι τοῦτο ἐς τὸν ἀγῶνα τὸν ἐπὶ τῇ χώρᾳ· λέγουσι δὲ καὶ τάδε, κατακαυθῆναι μὲν τὴν ἐλαίαν, ἡνίκα ὁ Μῆδος τὴν πόλιν ἐνέπρησεν Ἀθηναίοις, κατακαυθεῖσαν δὲ αὐθημερὸν ὅσον τε ἐπὶ δύο βλαστῆσαι πήχεις. τῷ ναῷ δὲ τῆς Ἀθηνᾶς Πανδρόσου ναὸς συνεχής ἐστι· καὶ ἔστι Πάνδροσος ἐς τὴν παρακαταθήκην ἀναίτιος τῶν ἀδελφῶν μόνη. [3] ἃ δέ μοι θαυμάσαι μάλιστα παρέσχεν, ἔστι μὲν οὐκ ἐς ἅπαντα<ς> γνώριμα, γράψω δὲ οἷα συμβαίνει. παρθένοι δύο τοῦ ναοῦ τῆς Πολιάδος οἰκοῦσιν οὐ πόρρω, καλοῦσι δὲ Ἀθηναῖοι σφᾶς ἀρρηφόρους· αὗται χρόνον μέν τινα δίαιταν ἔχουσι παρὰ τῇ θεῷ, παραγενομένης δὲ τῆς ἑορτῆς δρῶσιν ἐν νυκτὶ τοιάδε. ἀναθεῖσαί σφισιν ἐπὶ τὰς κεφαλὰς ἃ ἡ τῆς Ἀθηνᾶς ἱέρεια δίδωσι φέρειν, οὔτε ἡ διδοῦσα ὁποῖόν τι δίδωσιν εἰδυῖα οὔτε ταῖς φερούσαις ἐπισταμέναις—ἔστι δὲ περίβολος ἐν τῇ πόλει τῆς καλουμένης ἐν Κήποις Ἀφροδίτης οὐ πόρρω καὶ δι᾽ αὐτοῦ κάθοδος ὑπόγαιος αὐτομάτη—, ταύτῃ κατίασιν αἱ παρθένοι. κάτω μὲν δὴ τὰ φερόμενα λείπουσιν, λαβοῦσαι δὲ ἄλλο τι κομίζουσιν ἐγκεκαλυμμένον· καὶ τὰς μὲν ἀφιᾶσιν ἤδη τὸ ἐντεῦθεν, ἑτέρας δὲ ἐς τὴν ἀκρόπολιν παρθένους ἄγουσιν ἀντ᾽ αὐτῶν.

Το ιερό της Πολιάδος Αθηνάς ήταν σύνθετο οικοδόμημα, το οποίο περιείχε τέσσερα ιερά. Βρισκόταν στην βόρεια πλευρά της Ακρόπολης και είναι ο περιεργότερος και μοναδικός σχεδόν στο είδος του από τους αρχαίους χρόνους. Η εσωτερική του διαίρεση είναι άγνωστη, ξέρουμε όμως ότι αποτελείτο από τρεις προστάσεις που σχημάτιζαν σταυρό. Η ανατολική είχε έξι κομψούς κίονες Ιωνικού ρυθμού μπροστά, και τρεις επίσης ιωνικούς ημικίονες στο πίσω μέρος. Στο εσωτερικό του ναού έκαιγε και ο άσβεστος λύχνος που είχε αφιερώσει στην θεά ο Καλλίμαχος. Περιείχε επίσης λάφυρα ιερά των Μήδων, τον αργυρό θρόνο του Ξέρξη, το ξίφος του Μαρδόνιου και τον θώρακα του Μακιστίου, και έναν χάλκινο φοίνικα μέχρι την οροφή. Εδώ υπήρχε και ένα τρίτο άγαλμα της θεάς Αθηνάς από ξύλο ελιάς αρχαιότερο των άλλων, στο οποίο κατά τα Παναθήναια αι δύο Αρρηφόροι παρθέναι, ηλικίας 7-11 ετών, προσκόμιζαν τον περίτεχνο και πολυτελή πέπλο με υφασμένες παραστάσεις από τη Γιγαντομαχία. Προς τα βόρεια του κεντρικού ετούτου μέρους ήταν η μεγαλοπρεπής «προ του θυρώματος πρόσταση», η οποία αποτελούνταν από τέσσερις ιωνικούς κίονες μπροστά και δύο ιωνικούς κίονες στο πλάι, ενώ το αντίθετο μέρος συγκοινωνούσε με τον ναό μέσω υπόγειας σκάλας. Στο ναό αυτό αναφέρεται βωμός του «Ερκείου Διός». Στον «δράκαυλο» μέσα στο ναό κατοικούσε ο «οικουρός όφις». Στο ναό αυτό τέλος βρισκόταν και οι τάφοι του Κέκροπα και του Ερεχθέα.